1 Νοε 2012

Η Δασκάλα του Πιάνου (2001, Χάνεκε) Κριτική







Από τις πιο αξιομνημόνευτες δουλειές του Χάνεκε, μια κατάδυση στα πιο ζοφερά ανθρώπινα βάθη (και πάθη). Προσωπικά έχω παρακολουθήσει αυτή την ταινία τρείς φορές μέσα σε δέκα χρόνια- και κάθε φορά ήταν σαν πρώτη φορά. Τολμηρός και αδίστακτος σκηνοθέτης, ο Χάνεκε απογυμνώνει την ηρωίδα του από κάθε στοιχείο ηθικής αξιοπρέπειας. Φωτίζει κατά πρόσωπο τις πιο αποκρουστικές πλευρές της εσωτερικής υπόστασης ενός φαινομενικά υγιούς μέλους της κοινωνίας, αλλά εσωτερικώς σάπιου- για να παρασύρει τον θεατή σε ένα γκρίζο τοπίο, με όλο το φάσμα των συναισθημάτων που μπορεί να νιώσει - πόνο, αγωνία, αηδία, θυμό, θλίψη, έλεος. Σε αυτό συμβάλλει τα μέγιστα η ερμηνεία της ''τεράστιας'' Ιζαμπέλ Ιπέρ, τόσο ώριμη, τόσο ταυτισμένη, τόσο σχιζοφρενικά άμεση ώστε δεν ξεχωρίζεις την ηθοποιό από την ηρωίδα.

Το σενάριο βασίζεται σε έργο της βραβευμένης με Νόμπελ Λογοτεχνίας αυστρο-εβραίας συγγραφέα Ελφρίντε Γέλινεκ, με τον ομώνυμο τίτλο. Η ίδια η Γέλινεκ, ώς αγοραφοβική, κοινωνιοφοβική, μαχητική φεμινίστρια και πολιτική ακτιβίστρια, αποτύπωσε σε αυτό το λογοτέχνημα, με αποκαλυπτικό και σπαρακτικό τρόπο προσωπικές της εμπειρίες, σε πολλά σημεία αυτοβιογραφικές: όπως η ''δασκάλα του πιάνου'' έζησε έντονη την καταπίεση μιας κυριαρχικής μητέρας, η οποία την έσπρωξε στην κλασσική μουσική στην τρυφερή παιδική ηλικία - μία κατεύθυνση που στην συνέχεια η Γέλινεκ εγκατέλλειψε. Η μάχη των φύλων, η καταπίεση της γυναικείας σεξουαλικότητας, η τραγωδία της ανθρώπινης μοναξιάς, ο κοινωνικός αποκλεισμός που επιβάλλουν τα στερεότυπα, τα σεξουαλικά ταμπού, η συναισθηματική ανάγκη για ολοκλήρωση, είναι κάποια από τα θέματά της.

Υπόθεση:

Η Έρικα (Ιζαμπέλ Ιπέρ) είναι καθηγήτρια πιάνου σε ωδείο. Για τους μαθητές της είναι ένα αληθινό πρότυπο και πηγή θαυμασμού, για την μητέρα της ωστόσο είναι μια αποτυχημένη πιανίστρια που στα 40 της δεν κατάφερε να γίνει μεγάλη σολίστ και περιορίστηκε στον άδοξο ρόλο της δασκάλας. Η ανάγκη της Έρικα να κερδίσει την αποδοχή της μητέρας της ως μουσικός, την ωθεί συχνά σε σκληρό ανταγωνισμό με τους πιο ταλαντούχους από τους μαθητές της. Η έλλειψη προσωπικού χώρου, ερωτικής ελευθερίας και ουσιαστικής κοινωνικής ζωής, συνθλίβει τις σεξουαλικές επιθυμίες της Έρικα, οι οποίες βρίσκουν διέξοδο σε ανορθόδοξες πρακτικές, όπως: ταινίες πορνό, αυτοτραυματισμός των γεννητικών οργάνων, σαδομαζοχισμός, ουρολαγνεία, σέξ σε κοινή θέα, ηδονοβλεψία, κτλ. Η μόνη ευκαιρία της για διέξοδο από αυτό τον κλειστοφοβικό τρόπο ζωής, φαίνεται να είναι ο Βάλτερ (Μπενουά Μαζιμέλ), ένας τριαντάρης ερασιτέχνης πιανίστας που ζητά να γίνει μαθητής της.

Χαρακτήρες/ Ερμηνείες:

Έρικα/Ιζαμπέλ Ιπέρ= Η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι καθηλωτική στον ρόλο της Έρικα, εκφράζει όλη την εσωτερική μάχη της ηρωίδας με τον πιο λεπτό τρόπο. Τα δάχτυλα παίρνουν τον ρόλο του προσώπου σε εκφραστικότητα. Η ακινησία, η έλλειψη νεύρου και ζωτικότητας αγγίζει τα όρια της νέκρωσης, του αρρωστημένου, της σήψης που ξεκινά από μέσα και επεκτείνεται προς τα έξω. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καταλληλότερη ηθοποιός για αυτό το ρόλο! Η Έρικα μπορεί να παρουσιάζεται ταυτόχρονα ώς θύτης και θύμα, ασκώντας ψυχολογική βία με την απόρριψη της στον Βάλτερ, με τον τραυματισμό της μαθήτριάς της, με τις σκηνές πάλης με την μητέρα της. Ταυτόχρονα όμως ο Χάνεκε με την Ιπέρ, μας υποδυκνείουν μια τρωτή πλευρά, που είναι η σιωπηλή άσκηση βίας από την ηρωίδα προς τον ίδιο της τον εαυτό. (Ο αυτοτραυματισμός των γεννητικών οργάνων της Έρικα, είναι μια σκηνή κλειδί- θα την παραλλήλιζα με την ανάλογη σκηνή από το Κραυγές και Ψίθυροι, του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, όπου η σεξουαλικά ανολοκλήρωτη Ίνγκριντ Τουλίν αυτο-ευνουχίζεται). Η Έρικα είναι φαινομενικά παθητική, υποτακτική, όμως μπορούμε να διακρίνουμε κάποιες ''επαναστατικές'' πράξεις προς την χειραφέτησή της: η είσοδός της στο Sex Shop (όπου συναντά τους έφηβους μαθητές της) την καθιστά μια επαναστατημένη έφηβη. Επίσης, με το επιτακτικό της ύφος απέναντι στους μαθητές της, μοιάζει να προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω της την βασανιστική μητρική επιρροή, με το να φέρεται η ίδια σαν αυστηρή μητέρα στα νέα παιδιά. Η σχέση με την μητέρα της είναι το επίκεντρο της ταινίας: σχέση εξάρτησης αλλά και αποστροφής. Η Έρικα ζητά από τον Βάλτερ να απελευθερώσει την θηλυκότητά της, κάνοντας σεξ μαζί της μπροστά στην μητέρα της! Για να το καταφέρει αυτό ο Βάλτερ κλειδώνει την ...ενοχλητική γριά στο δωμάτιο της, αφού η Έρικα δεν τολμά να το κάνει. (Προσωπικά θα ευχόμουν να την γκρέμιζε από τις σκάλες). Η μητέρα παρακολουθεί εξονυχιστικά κάθε κίνηση της κόρης: στις εξόδους έρχεται μαζί της, όχι για να διασκεδάσει, αλλά για να επιβλέψει. Χαμηλώνει την ένταση της τηλεόρασης για να ακούσει τις συνομιλίες της κόρης της με τον επισκέπτη της. Κοιμάται στο κρεβάτι της κόρης της, παίρνοντας τη θέση του αρσενικού σε αυτό. Επεμβαίνει στο ντύσιμό της, ''εξαφανίζοντας'' τα θηλυκά ρούχα από την ντουλάπα της. Σε όλο το έργο η Έρικα είναι ντυμένη συντηρητικότατα, με άχρωμα ρούχα, που δεν κολακεύουν ποτέ το σώμα της, που την κάνουν να φαίνεται άνυδρη. Στο τέλος, παρόλη την παθητικότητα και τις διαστροφές της, η Έρικα καταφέρνει να μας προξενήσει την συμπόνοια. Και σε αυτό συμβάλει προσωπικά η Ιζαμπέλ Ιπέρ.

Βάλτερ/Μπενουά Μαζιμέλ=
Ο Μαζιμέλ είναι καταπληκτικός στον ρόλο του. Καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο ρομαντικό πάθος και στην αηδία. Στην αρχή εμφανίζεται ως το χαρισματικό παιδί, όμορφος, αθλητικός, αντικείμενο θαυμασμού για τις γυναίκες- ποιά θα τον έπαιρνε σοβαρά; Το ενδιαφέρον του για μια μεγαλύτερη γυναίκα μοιάζει περισσότερο σαν ένα παιχνίδι για να περάσει την ώρα του. Κρέμεται από πάνω της, την ακολουθεί σαν ένα ενθουσιώδες παιδί. Για πρώτη φορά εκδηλώνει την αντρική του ιδιότητα στην πρώτη απόρριψη που δέχεται από την δασκάλα. Από παιδί, γίνεται ισότιμος μαζί της: ''Πρέπει να ξέρεις τι κάνουν και τι όχι σε έναν άντρα. Το παιχνίδι οφείλει να παίζεται επί ίσοις όροις.'' Από τη στιγμή που ο Βάλτερ διαβάζει το γράμμα της. οι ισορροπίες αλλάζουν. Δεν είναι πια ούτε παιδί, ούτε ισότιμος, είναι από πάνω. Όλα εξαρτώνται και καθορίζονται από τις αποφάσεις του. Άν και νεαρότερος από την Έρικα, φαίνεται να μεταμορφώνεται σε μια προστατευτική φιγούρα (προσέξτε πως ο σκηνοθέτης τονίζει την πλάτη του στις περισσότερες ερωτικές σκηνές με την Έρικα, ή τον τρόπο που προσπαθεί να την αγκαλιάσει, εξαφανίζοντάς την πίσω από την πλάτη και τα χέρια του). Μοιάζει ογκώδης δίπλα της, τα ρούχα που φορά μοιάζουν επίτηδες διαλεγμένα, φαρδιά και επιβλητικά. Ο Βάλτερ είναι τρυφερός και υπομονετικός, με απέραντη διάθεση κατανόησης, σχεδόν πατρικός μαζί της. Είναι επίμονος και σταθερός. Οι πρώτοι έρωτες στην ζωή μιας άβγαλτης γυναίκας έχουν πάντα κάτι το πατρικό. Στην τελευταία σκηνή, ο Βάλτερ παίρνει την θέση του άντρα του σπιτιού, γίνεται ο αφέντης στην θέση του πατέρα της Ερικα που απουσιάζει: βάζει την γριά γυναίκα στην θέση της, απελευθερώνει την Έρικα και προσπαθεί να της εμφυσήσει ξανά ζωή. Δοκιμάζει να την διαμορφώσει από την αρχή, ασκώντας όλη του την αρσενική ενέργεια. Αρκεί η παραμικρή ανταπόκριση από πλευράς της, για να αγωνιστεί για την σχέση τους. Αποσύρεται μόνο όταν πείθεται απόλυτα για την αποτυχία του. Μπορεί να κατακτήσει το σώμα της, αλλά όχι και την ψυχή της.

Συμπέρασμα/ Ending/ Φινάλε:

Ο Χάνεκε είναι ένας σκηνοθέτης που δεν χαρίζεται στον συναισθηματισμό. Ο πόνος μεταμφιέζεται σε δύναμη αυτοκυριαρχίας, σε αυστηρότητα ή σε βία, αλλά πάντοτε παραμένει βουβός, άρρητος. Στο φινάλε η ηρωίδα μένει απαθής σαν νεκρή: δεν μένει τίποτα άλλο να πεί, όλα έχουν εκφραστεί. Ο βιασμός δεν την ταρακουνά, κανένα συναίσθημα, καμμία κίνηση δεν εξωτερικεύει ούτε προδίδει κάποιον εσωτερικό αναβρασμό. Η σιωπή είναι η κραυγή της. Τα γκρο-πλάν μένουν ακίνητα στο παγωμένο πρόσωπό της. Αλλά δεν αρκεί η σιωπή, για να λυτρωθεί ο θεατής. Στην τελευταία σκηνή, είναι η βία που φέρνει την κάθαρση. Ο τραυματισμός, η θέα του αίματος, εν είδει εξαγνιστικής θυσίας ελευθερώνει τον συναισθηματικό μας φόρτο και μας οδηγεί και πάλι στην μελαγχολική, φιλοσοφική διαύγεια. Η Έρικα μοιάζει οργισμένη, προδομένη, αλλά αποφασισμένη να αλλάξει ζωή- και σφραγίζει αυτή την απόφαση καρφώνοντας ένα μαχαίρι στον ώμο της.

(Σε συνεντεύξεις του ο Μπενουά Μαζιμέλ ανέφερε οτι όταν του έδωσαν να διαβάσει το σενάριο, δυσκολεύτηκε να αποδεχτεί το θλιβερό τέλος. Επέμενε να γίνει κάποια αλλαγή, μιας και κατά τη γνώμη του ο Βάλτερ ήταν μια ''φωτεινή ακτίδα'' στη ζωή της Έρικα. Όμως το σενάριο παρέμεινε όπως ήταν. Το μόνο που μπόρεσε να κάνει για αυτό, ήταν να παίξει όσο πιο ανθρώπινα γινόταν την σκηνή του βιασμού, μην θέλοντας να φανεί ο χαρακτήρας του Βάλτερ σκληρός απέναντι στο δράμα της Έρικα.)

Ο Διάλογος

 Βάλτερ: (διαβάζοντας το γράμμα της Έρικα) ...''Αντίθετα, αν ικετεύσω, σφίξε μου περισσότερο τα δεσμά. Σφίξε τη ζώνη κατά τουλάχιστον 2-3 τρύπες. Μ'αρέσει να με σφίγγουν. Μετά φίμωσέ με, με τις κάλτσες που έχω ετοιμάσει. Φίμωσέ με καλά ωστε να μην μπορώ να βγάλω άχνα.  Μετά λύσε τα μάτια μου... και κάθισε πάνω στο πρόσωπό μου... και χτύπησέ με στην κοιλιά... και ανάγκασέ με να σου γλείψω τον πισινό.'' Να το πάρω σοβαρά αυτό; Με κοροιδεύεις, έτσι; Θέλεις ένα χαστούκι; ''Αυτό θέλω, χέρια και πόδια δεμένα στην πλάτη μου... η μητέρα μου κλειδωμένη στο διπλανό δωμάτιο, να μην μπορεί να μπεί μέσα... ως αύριο το πρωί. Μη σε απασχολεί η μητέρα μου, είναι δικό μου θέμα.'' Ίσως αν άνοιγες τώρα το στόμα σου να σχολιάσεις αυτά τα σκατά! ''Άν δεν υπακούσω τις διαταγές σου, βάρα μου ένα χαστούκι, με την ανάποδη. Ρώτα με γιατί δεν καλώ την μητέρα μου. Γιατί δεν αντιστέκομαι. Κάνε με να νιώσω πόσο ανίσχυρη είμαι.''
Έρικα: Το γράμμα δεν ήταν καλογραμμένο, το ξέρω. Πιανίστα είμαι, όχι ποιήτρια... Δεν μου μιλάς; Σου προκαλώ απέχθεια; Έχω αυτή την επιθυμία να με δέρνουν, ξέρεις. Σε περίμενα, χρόνια.... Αν θές να με χτυπήσεις, χτύπησέ με.
Βάλτερ: Δε θέλω να λερώσω τα χέρια μου! Ούτε με γάντια δεν θέλω να αγγίζω άνθρωπους σαν εσένα! Σ'αγάπησα, τ'ορκίζομαι. Όμως εσύ δεν ξέρεις τι σημαίνει αυτό. Τώρα, με απωθείς.
 

Στιγμιότυπα





Δεν υπάρχουν σχόλια: